- στηλιτεύσει
- στηλιτεύωinscribe on aaor subj act 3rd sg (epic)στηλιτεύωinscribe on afut ind mid 2nd sgστηλιτεύωinscribe on afut ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καλλίνικος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε με ξίφος μαζί με τη Βασίλισσα, η οποία στους Συναξαριστές και στα Μηναία αναφέρεται ως Καλλινίκη. Η μνήμη του τιμάται στις 22 Μαρτίου. 2. Καταγόταν από την Κιλικία. Μαρτύρησε στη Γάγγρα,… … Dictionary of Greek
Μαρτελάος, Αντώνιος — (Ζάκυνθος 1754 – 1818). Λόγιος και στιχουργός. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, διδάχτηκε τα ελληνικά γράμματα από τον άλλοτε καθηγητή της Αθωνιάδος, Παναγιώτη Παλαμά, ενώ συγχρόνως φοιτούσε στο ιταλικό σχολείο της Ζακύνθου. Αργότερα ίδρυσε και… … Dictionary of Greek